Πολύ συχνά βρίσκομαι να ακούω αυτούς τους ορισμούς σε διάφορες συζητήσεις, οπότε ήρθε θεωρώ η στιγμή να βάλουμε μερικά πράγματα στη θέση τους και μετά από την ανάγνωση αυτού του άρθρου να ξέρουμε ποιος κάνει τι και ποιος είναι άξιος θαυμασμού. Όλοι θαυμάζουν τους πρωταθλητές, αλλά ποιοί είναι στην πραγματικότητα αυτοί; Μήπως θαυμάζουμε λάθος άτομαq Μήπως πρωταθλητές δεν είναι αυτοί που νομίζαμεq
Στην Ελλάδα που ζούμε, το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών που αθλούνται εγκαταλείπουν τα αθλήματα τους όταν πλησιάζουν οι Πανελλήνιες εξετάσεις οι οποίες πρόκειται να καθορίσουν συνήθως και την επαγγελματική τους σταδιοδρομία και εξέλιξη. Υπάρχουν μερικές περιπτώσεις που μερικοί καταφέρνουν να συνεχίσουν για διάφορους λόγους, ένας εκ των οποίων είναι οι διακρίσεις. Έχουν στόχο κάποια μεγάλη διάκριση, ένα νέο κατόρθωμα, μια συμμετοχή και γιατί όχι μια διάκριση σε Πανευρωπαϊκά και Παγκόσμια πρωταθλήματα, ακόμα και σε Ολυμπιάδες.
Η χώρα μας όμως είναι γνωστή παγκοσμίως για τα κρούσματα doping και τα σκάνδαλα που γίνονται κατά καιρούς. Συνεπώς, στην προσπάθεια αυτή της διάκρισης αρχίζουν και τρέχουν διάφορα σενάρια, για διάφορους τρόπους και διάφορες ουσίες, όπου με θολωμένο μυαλό κανείς δεν δίνει βάση στις παρενέργειες αυτών. Αν είχαν την ενημέρωση ότι με μία ουσία παράνομη θα πετύχαιναν μια Πανευρωπαϊκή διάκριση, αλλά από την ηλικία των 40 και έπειτα θα είχαν υψηλό ποσοστό κινδύνου για ανακοπή, θεωρείται ότι θα το ρίσκαραν;
Βλέπουμε τόσους θανάτους από αθλητές, που υποτίθεται είναι γυμνασμένοι με καλή φυσική κατάσταση και ξαφνικά χάνονται. Δεν είναι φυσιολογικό. Εδώ όμως δεν νοιάζεται στην κυριολεξία κανείς. Θυσιάζονται όλα στο βωμό της διάκρισης και αν τύχει και γίνει κάποιος έλεγχος anti-doping και βρεθεί κάποιος θετικός, τον ξέρουμε τον δρόμο, θα τιμωρηθεί με αποκλεισμό για 2 χρόνια αλλά μετά, έχει πιθανότητες να γίνει διάσημος με χίλιους τρόπους και φυσικά να ξεχαστεί το ανήθικο και παράνομο κομμάτι της καριέρας του. Στο βωμό της διάκρισης θυσιάζεται επίσης η μόρφωση και οι πιθανές σπουδές κάποιου αθλητή, ή ακόμα και το να είναι ενεργό μέλος της κοινωνίας. Με την πρόταση αυτή εννοώ ότι για να πετύχει κάποιες υψηλές διακρίσεις εκτός από παράνομες ουσίες, χρειάζεται και αρκετή ξεκούραση, σωστή διατροφή και πολύ προπόνηση. Για να τα πετύχουμε αυτά πρέπει ο αθλητής να κοιμάται τουλάχιστον 8 ώρες κάθε βράδυ, να προπονείται 6 ώρες, να μετακινείται 2 ώρες (αν υποθέσουμε ότι δεν μένει μέσα στην αθλητικη εγκατάσταση), να αφιερώνει στα γεύματα 2 ώρες οπότε μένουν 6 ώρες. Στην περίπτωση που ο «πρωταθλητής» μας είναι ανήλικος, στις 6 ώρες που απομένουν δεν προλαβαίνει να χωρέσει και τις υποχρεωτικές ώρες του σχολείου και την μελέτη του αλλά ούτε και μισή ώρα ελεύθερο χρόνο για τον ίδιο.
Στην περίπτωση που είναι ενήλικας, επίσης δεν υπάρχει περίπτωση να προλαβαίνει τη μελέτη του πανεπιστημίου του και τις υποχρεωτικές παρακολουθήσεις. Στην τρίτη και τελευταία περίπτωση, που έχει τελείωσει και με τις σπουδές ή δεν τον ενδιέφερε ποτέ αυτό το κομμάτι, θα πρέπει να εργάζεται που και πάλι οι ώρες βγαίνουν οριακά, συν το ότι η εργασία όσο καθιστική και να είναι πηγαίνει κόντρα στην ξεκούραση που χρειάζεται. Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα, ότι οι «πρωταθλητές» με τον όρο που τους εννοούν, δεν συνεισφέρουν ενεργά στην κοινωνία, δεν έχουν κάποιο ρόλο αλλά το μόνο που κάνουν είναι να ξυπνάνε και να κοιμόνται για το αθλημά που έχουν επιλέξει.
Αυτοί ειναι οι «πρωταθλητές» οι οποίοι κερδίζουν και που χειροκροτάει ο κόσμος. Το θέμα είναι ότι ο πρωταθλητισμός δεν είναι κάνω τα πάντα για να βγω πρώτος. Ο πρωταθλητισμός είναι μια έννοια βαριά και κρύβει κάτι σκληρό. Κρύβει θυσίες, κρύβει πόνο, αναποδιές, αποτυχίες, ανασφάλειες και δάκρια. Γιατί πρωταθλητισμός σημαίνει κάνω ότι μπορώ για να υπερβώ τον ευατό μου.
Κρατήστε αυτόν τον ορισμό πρόχειρο και θα αναλύσουμε τους «αθλητές» για πολλούς αλλά «πρωταθλητές» για εμένα, στη συνέχεια του άρθρου που θα δημοσιευτεί...